Το πώς έμαθε κάποιος μουσικός να παίζει μουσική μπορεί να είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες που μπορεί ν' ακούσει κανείς. Είναι μια ιστορία αγάπης και μόχθου, γιατί οι μουσικοί αφοσιώνονται, δουλεύουν πολύ και με όλη τους την αγάπη για να υπηρετήσουν τη μουσική. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να μπει η μουσική στη ζωή κάποιου και πολλές οι διαδρομές που ακολουθεί ένας επαγγελματίας μουσικός. Μια από αυτές τις μουσικές διαδρομές θα μας αφηγηθεί σήμερα ένας από τους καλύτερους τζαζ πιανίστες της Θεσσαλονίκης, ο Γρηγόρης Σημαδόπουλος. Έμαθε τζαζ στα τέλη της δεκαετίας του 1980 σε μια πόλη που δεν είχε σχεδόν καθόλου τζαζ σκηνή, ούτε σχολή για συστηματική διδασκαλία της τζαζ.
Άρχισα ν’ ασχολούμαι με το πιάνο στην ηλικία των δέκα ετών. Πρώτα μου αγόρασε η μητέρα μου ένα παιδικό ακορντεόν και, μόλις το ’πιασα στα χέρια μου, άρχισα να παίζω μελωδίες. Η μάνα μου κατάλαβε ότι έχω κάποιο ταλέντο και με έγραψε στο ωδείο. Μέχρι τα δεκαπέντε δε μελετούσα πάρα πολύ, αλλά μετά μ’ έπιασε μία μανία με τη μελέτη του κλασικού πιάνου κι άρχισα να μελετάω έξι-εφτά ώρες την ημέρα. Παράλληλα στο Γυμνάσιο είχαμε κάνει κάποια συγκροτηματάκια κι άρχισα να παίζω και άλλα είδη μουσικής. Το πρώτο κομμάτι που έπαιξα ήταν το "Born to be Wild" των Steppenwolf.
Παράλληλα με τη μελέτη μου στο κλασικό πιάνο άρχισα ν’ αγοράζω βιβλία με τζαζ κομμάτια, τα οποία έπαιζα. Δεν καταλάβαινα τίποτε από αυτά που έπαιζα, αλλά μπορούσα να τα παίξω. Τα πρώτα δύο βινύλια που αγόρασα ήταν «Οι Τέσσερις Εποχές» του Βιβάλντι και το «Crime of the Century» των Supertramp. Κάποια στιγμή όταν τελείωσα το σχολείο έπρεπε ν’ αρχίσω να δουλεύω, για να μπορώ να πληρώνω το ωδείο. Εκεί γνώρισα την πολύ αγαπημένη μου καθηγήτρια και συνάδελφο, Βίκυ Αλμαζίδου, η οποία μου έφερε στη δουλειά μια παρτιτούρα από το Misty. Έβλεπα συγχορδίες που δεν καταλάβαινα: Μι ύφεση maj7 και προσπαθούσα να καταλάβω τι σημαίνει αυτό. Δεν υπήρχε τότε βέβαια ούτε το ίντερνετ, ούτε κάποιος δάσκαλος, καθηγητής τζαζ μουσικής να μου δείξει κάτι. Οπότε, τι έπρεπε να κάνω; Αγόρασα βιβλία και άκουγα. Ήταν η μόνη λύση αυτή. Ο καθηγητής μου στο πιάνο, ο Παναγιώτης Μητσόπουλος επιβράβευε αυτήν τη θέληση που είχα να παίξω μη κλασικά κομμάτια, τζαζ κομμάτια και όχι μόνο, οπότε με βοήθησε πάρα πολύ κι αυτός σ’ αυτήν την κατεύθυνση. Κι έτσι, με τα βιβλία και με τα βινύλια άκουγα, διάβαζα κι άρχισα να μαθαίνω τζαζ.
Το πρώτο τζαζ βινύλιο που αγόρασα ήταν του Bill Evans, ένα live απ’ το Παρίσι. Το οποίο το πήρα γύρω στα δεκαοχτώ, δεκαεννιά και όταν το άκουσα πρώτη φορά δε μ’ άρεσε καθόλου. Αργότερα, όμως, όταν το ξανάκουσα, άρχισα να ’χω περιέργεια και να σκέφτομαι: τι παίζει αυτός που δεν μπορώ να παίξω εγώ, αφού είμαι τόσο καλά εκπαιδευμένος από το κλασικό πιάνο; Αυτή η περιέργειά μου ήταν και ο λόγος που άρχισα ν’ ασχολούμαι πάρα πολύ πλέον με τη τζαζ.
Bill Evans, Live in Paris 1972, δίσκος βινυλίου
Επειδή τότε δεν υπήρχε το ίντερνετ, όταν έπεφτε στα χέρια μας κανένα καλό βιβλίο που έφερνε κάποιος φίλος από το εξωτερικό, κάναμε πάρτι! Με τα βιβλία λίγο λίγο και με τα βινύλια άρχισα ν’ ασχολούμαι, να παίζω και τότε ήταν η χρυσή εποχή εδώ στη Θεσσαλονίκη του Malt ’n Jazz. Εκεί παίζαμε κάθε μέρα τζαζ. Κάθε μέρα το μαγαζί ήταν γεμάτο κόσμο. Χειροκροτούσαν στα σόλο, ήταν πολύ καλή εποχή τότε για μας. Εγώ έπαιζα με τρία-τέσσερα διαφορετικά συγκροτήματα. Με τη Βίκυ Αλμαζίδου (τραγούδι), το Χρήστο Γερμένογλου (ντραμς), το σαξοφωνίστα Χάρη Καπετανάκη, το Γιάννη Οικονομίδη (τρομπέτα), το Νίκο Σαλωνίτη (μπάσο). Αυτή η τετράδα ήταν πάρα πολύ σημαντική. Παίζαμε κάθε βράδυ σχεδόν. Κάναμε πρόβες, διαβάζαμε βιβλία, παίζαμε και μαζευόμασταν σε σπίτια όπου ακούγαμε μουσική. Αυτό μου λείπει πάρα πολύ.
Εκείνη την εποχή -εγώ ήμουν είκοσι χρονών γύρω στο ’87- δεν υπήρχε κανένας που να μπορεί να μου δείξει συστηματικά τζαζ μουσική ή τζαζ πιάνο ή οτιδήποτε. Η μόνη λύση εδώ στη Θεσσαλονίκη ήταν τα βιβλία και τα βινύλια, αργότερα τα CD. Ίσως να είμαι και ο πρώτος που δίδαξα συστηματικά τζαζ πιάνο στη Θεσσαλονίκη. Είχα την τύχη να έχω πολλούς μαθητές όλα αυτά τα χρόνια. Και με τη Βίκυ Αλμαζίδου που κάναμε συνοδεία τζαζ τραγουδιού στο Σύγχρονο Ωδείο Θεσσαλονίκης, είχαμε χτίσει ένα πολύ ωραίο τμήμα για πάρα πολλά χρόνια… Είμαστε περίπου τριάντα χρόνια στο ωδείο αυτό.
Τα πρώτα σου ακούσματα στη τζαζ ήταν από τότε που δούλεψες με τη
Βίκυ Αλμαζίδου ή και πιο πριν;
Πιο πριν έπαιζα κομματάκια στο πιάνο, όπως είπα, από διάφορα βιβλία, δεν καταλάβαινα τίποτα. Αλλά η Βίκυ μου έφερε στο Βοναπάρτη, το θρυλικό πιάνο μπαρ τότε, το Misty. Μου έφερε έναν απλό οδηγό, δηλαδή μελωδία και ακόρντα, μόνο που εγώ δεν ήμουν συνηθισμένος να διαβάζω, γιατί διάβαζα παρτιτούρα πιάνου full score. Μου έφερε έναν οδηγό που έγραφε τη μελωδία και ακόρντα και όταν είδα για πρώτη φορά εκείνο το Μι ύφεση maj7, άρχισα να αναρωτιέμαι. Τι είναι αυτό; Πώς παίζεται; Γιατί υπάρχει; Το συγκεκριμένο πράγμα μου πήρε δύο χρόνια να το καταλάβω, ενώ βέβαια μετά οι μαθητές μας το μαθαίνουν σε μία ώρα. Είναι πολύ σημαντικό το ότι έμαθα μόνος μου αυτά τα πράγματα, γιατί νιώθω ότι μπόρεσα να τα διδάξω καλά μετά. Όταν τα μαθαίνεις μόνος σου δυσκολεύεσαι πάρα πολύ, χάνεις πολύ χρόνο, αλλά μαθαίνεις πολύ καλά το μηχανισμό για να τα μάθεις και ίσως και να τα διδάξεις μετά.
Με το αυτί και με τα βιβλία. Απλά με τα βιβλία έπρεπε να τα καταλάβω μόνος μου όλα αυτά που γράφανε και γι’ αυτό λέω ότι μου έπαιρνε πάρα πολύ χρόνο να καταλάβω τι είναι οι τρόποι, τι είναι οι συγχορδίες, τι είναι οι προεκτάσεις. Ταυτόχρονα άκουγα κι έβγαζα με το αυτί, έτσι όπως κάνανε και οι παλιοί τζαζίστες. Ο Herbie Hancock, για παράδειγμα, έμαθε να παίζει ακούγοντας από βινύλιο τον Oscar Peterson, έτσι έχει πει σε συνέντευξή του. Από βινύλιο έτσι; Τραγικό! Και τώρα τα παιδιά έχουν απίστευτες πληροφορίες με το ίντερνετ.
Μπορούσες να ακούσεις τζαζίστες ζωντανά σε συναυλίες στη Θεσσαλονίκη;
Υπήρχε τότε το Μαντάτο (μπαρ στη Β. Όλγας). Πήγαινα μετά τη δουλειά στο πιάνο μπαρ και άκουγα. Έπαιζαν ο Νίκος Καπηλίδης ο ντράμερ, ο Θοδωρής Καπηλίδης, ηλεκτρική κιθάρα, ο Danny Hayes και ο Μάνυ Μπόιντ έπαιζαν πνευστά, σαξόφωνο και τρομπέτα, και στο μπάσο, o Γιώτης Κιουρτσόγλου. Πήγαινα μετά τη δουλειά και ακούγαμε. Ζωντανά δεν υπήρχαν πολλές ευκαιρίες ν’ ακούσεις τζαζ. Κυρίως άκουγα απ’ τα βινύλια.
Υπήρχε ένα συγκρότημα οι A priori: ο Σωτήρης Αναδολής στα τύμπανα, ο πατέρας του μαθητή μου, του Νίκου Αναδολή που αργότερα πήρα το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό. Ήταν ο Γιώργος Κωνσταντινίδης ο κιθαρίστας που σκοτώθηκε σε τροχαίο, σ’ ένα πολύ άδικο τροχαίο, ο Δημήτρης Γουμπερίτσης στο κοντραμπάσο, και ο Ντάνης Τραγόπουλος, στο πιάνο. Με το Γιώργο Κωνσταντινίδη δουλεύαμε μαζί στο ιστορικό πιάνο μπαρ, το Βοναπάρτη. Ήταν ένας απίστευτα διαβασμένος τζαζ μουσικός, ένας απίστευτος κιθαρίστας και είχα προσπαθήσει να κάνω μερικά μαθήματα μαζί του. Από τα μαθήματα δεν καταλάβαινα τίποτα, είναι η αλήθεια! Έχω ακόμα τις σημειώσεις του, τα τετράδια που έγραφα… Τα βρήκα τις προάλλες και συγκινήθηκα πολύ. Τώρα έχω αρχίσει να καταλαβαίνω τα μαθήματά του. Παρόλα αυτά συνέχιζα τα μαθήματα γιατί και το ένα δέκατο από αυτά που καταλάβαινα με βοηθούσε. Ίσως ήταν τα πρώτα μαθήματα που έκανα. Δεν καταλάβαινα πολλά, αλλά μ' έβαλαν σ’ αυτόν τον κόσμο. Οι A priori ήτανε το πρώτο συγκρότημα τζαζ που θυμάμαι στη Θεσσαλονίκη. Ήταν ένα από τα πρώτα συγκροτήματα και στην Ελλάδα.
Ποια περίοδο έπαιζαν;
Εγώ τον γνώρισα το Γιώργο το ’90, ’87, ’89, κάπου εκεί. Αυτοί ήδη έπαιζαν πολλά χρόνια, ήταν ήδη επαγγελματίες. Άρα έπαιζαν εκείνο το διάστημα, ’80 με ’90.
Έχεις παίξει τζαζ και εκτός Θεσσαλονίκης;
Αργότερα. Στην αρχή έπαιζα με τους Χάρη Καπετανάκη, το Γιάννη Οικονομίδη το Νίκο Σαλωνίτη, το Χρήστο Γερμένογλου -ήταν ο πρώτος μου ντράμερ- και το Νίκο Βαργιαμίδη πριν φύγει στην Αμερική.
Αργότερα είχαμε την τύχη να ’ρθει εδώ ο Milcho Leviev. Έχω παίξει μαζί του και είμαι τυχερός που έμαθα πολλά πράγματα από αυτόν. Έχω παίξει τζαζ στη Βουλγαρία διδάσκοντας σε σεμινάρια κάνουμε με τη Βίκυ Αλμαζίδου και κάναμε με το Milcho Leviev όσο ήταν στη ζωή. Διοργανώνονται σ’ ένα πάρα πολύ ωραίο καινούριο πανεπιστήμιο στη Σόφια, το New Bulgarian University κάθε καλοκαίρι εδώ και πάνω από δέκα χρόνια. Εκεί έρχονταν καλεσμένοι μεγάλοι μουσικοί της τζαζ που ήταν οι περισσότεροι φίλοι του Milcho Leviev. O Billy Cobam, ένας θρύλος των ντραμς, ο Aaron Goldberg, ένας φοβερός πιανίστας, ο Craig Bailey, ο σαξοφωνίστας του Rey Charles. Αυτά τα σεμινάρια κρατούσαν δέκα-δώδεκα μέρες και ήταν μία όαση, ένας παράδεισος στη τζαζ με μαθήματα, παιξίματα, πρόβες, συναναστροφή με άλλους τζαζίστες μουσικούς, επαγγελματίες και μαθητές. Ήταν φοβερή εμπειρία και για μας και για τα παιδιά.
Milcho Leviev Αφίσα Σεμιναρίου 2016
Σεμινάρια Milcho Leviev στο New Bulgarian University της Σόφιας
Ελευθερία! Μάλιστα όταν παίζω και ελληνικά κομμάτια στις δουλειές μου, στα πιάνο μπαρ, τα παίζω με τζαζ τρόπο, με τζαζ νοοτροπία μάλλον θα ’λεγα. Μπορείς να πειράξεις τις συγχορδίες, μπορείς ν’ αυτοσχεδιάσεις. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι κανόνες και κάποιο πλαίσιο, αλλά στην τελική είναι ελευθερία. Και κάθε φορά παίζω τα κομμάτια με διαφορετικό τρόπο. Ακόμα και τα ελληνικά. Αυτό είναι πολύ μεγάλη ελευθερία για μένα.
Θέλω να πω εδώ πως ό,τι χρησιμοποιούμε εμείς οι τζαζίστες έχει βγει από την κλασική μουσική. Από το πρελούδιο σε Ντο ματζόρε του Μπαχ, από το πρελούδιο του Σοπέν σε Μι μινόρε που είναι γεμάτο τζαζ αρμονία. Σε μια σονάτα του Μότσαρτ υπάρχουν αυτά που λέμε εμείς οι τζαζίστες guide tones, οι πολύ σημαντικές νότες της συγχορδίας: η 3η και η 7η. Το Jeyx d' eau του Ραβέλ που έπαιξα στο δίπλωμά μου είναι γεμάτο maj7/9 συγχορδίες. Εγώ τότε τις έπαιζα και δεν τις καταλάβαινα, αλλά τις κατάλαβα αργότερα. Και άλλα πάρα πολλά παραδείγματα. Όλη αυτή η αρμονία που χρησιμοποιούμε στη τζαζ μουσική έχει βγει από την κλασική.
Από τις συνεργασίες που έχεις κάνει ποιες ξεχωρίζεις;
Αυτή με το Milcho Leviev, με τον Craig Baily, με τον Chico Freeman το σαξοφωνίστα. Με το Milcho Leviev φυσικά έχουμε παίξει πολλές φορές και μάλιστα με δυο πιάνα… φοβερή εμπειρία! Αυτά όσον αφορά τους τζαζίστες. Στα δεκαοχτώ μου, για παράδειγμα, έπαιζα heavy metal με τους Βαβέλ, ένα ιστορικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης. Έχω συνεργαστεί με πολλούς Έλληνες τραγουδιστές, την Τσαλιγοπούλου, το Μητσιά, ήμουν στη Λοξή Φάλαγγα του Νίκου Παπάζογλου για πάρα πολλά χρόνια… Γενικά έχω κάνει τα πάντα σαν μουσικός, αλλά θεωρώ τον εαυτό μου τζαζ πιανίστα και κλασικό πιανίστα. Το μόνο που δεν έχω κάνει είναι να παίξω σε πανηγύρι ακόμα! Θα ’θελα να το κάνω κάποια στιγμή κι αυτό. Εκεί υπάρχει πολύς αυτοσχεδιασμός, πολλή τζαζ!
Αν συνοψίζαμε τις πιο σημαντικές στιγμές στη τζαζ διαδρομή σου, ποιες θα ήταν;
Όταν μου έφερε η Βίκυ Αλμαζίδου το Misty που ήταν ένα χαοτικό πράγμα δεν καταλάβαινα τίποτα… Έπρεπε να ψάξω η κάθε συγχορδία, τι σημαίνει το κάθε σύμβολο. Τι σημαίνει Δεσπόζουσα με ύφεση 9, τι είναι το maj7, οι προεκτάσεις. Η αντίδρασή μου της έχει μείνει, ακόμα και τώρα μου το λέει. Η έκπληξη που ένιωσα και ο τρόμος όταν είδα την παρτιτούρα. Αυτό το Misty ήταν καθοριστικό. Μετά έπρεπε οπωσδήποτε να ψάξω να βρω τι σημαίνουν αυτά τα πραγματάκια, για να μπορέσω να παίξω την παρτιτούρα στη δουλειά. Κι έτσι ξεκίνησε σιγά σιγά αυτό το ταξίδι. Το άλλο πολύ σημαδιακό κομμάτι ήταν το Beautiful Love που άκουσα από το δίσκο του Bill Evans και δε μου άρεσε. Αλλά μετά… είχα αυτήν την περιέργεια να δω τι κάνει αυτός ο πιανίστας, τι παίζει. Το Beautiful Love είναι το πρώτο τζαζ κομμάτι που έπαιξα ουσιαστικά, που έψαξα να δω τι γίνεται με τον αυτοσχεδιασμό. Ο Bill Evans ήταν ο πιανίστας που μ’ έκανε να ξεκινήσω τη τζαζ και ο Herbie Hancock ο πιανίστας που μ’ έκανε να τη συνεχίσω. Είναι οι δυο αγαπημένοι μου.
Πώς έμαθες το Beautiful Love;
Τότε έπεσαν στα χέρια μας τα Real Books, πήρα την παρτιτούρα, είχα αρχίσει να ψάχνω συγχορδίες, τα πρώτα βιβλία μου. Άρχισα να καταλαβαίνω τα σύμβολα, πώς να παίξω τις συγχορδίες, τα voicings, τι κλίμακες χρησιμοποιούμε. Άρχισα σιγά σιγά να το παίζω. Να τ’ ακούω από τον Bill Evans ξανά και ξανά, να προσπαθώ να τον μιμηθώ. Αυτό κάνουμε πάντα οι τζαζίστες στην αρχή, αυτοί που προσπαθούν να μάθουν, δηλαδή. Μιμούμαστε τους μεγάλους μουσικούς. Τα έβγαζα με το αυτί πρώτα κι έπειτα προσπαθούσα να κάνω κάτι παρόμοιο. Το Beautiful Love είναι σημαδιακό. Το ’95 δήλωσα συμμετοχή σ’ ένα διαγωνισμό στο Παρίσι, το διαγωνισμό του Martial Solal, έναν διεθνή διαγωνισμό δύσκολο. Μετά από πολλά χρόνια ο μαθητής μου, Νίκος Αναδολής, κέρδισε το πρώτο βραβείο σ’ αυτό το διαγωνισμό. Το 1995 έστειλα μια κασέτα με το Beautiful Love. Το ότι έγινα δεκτός μαζί με άλλους 55 πιανίστες απ’ όλον τον κόσμο ήταν από μόνο του πολύ ενθαρρυντικό για μένα, γιατί είδα ότι είμαι στο σωστό δρόμο.
Πήγα στο Παρίσι, δεν έπαιξα γιατί έπρεπε να ’χω δικές μου συνθέσεις και δεν είχα τότε, αλλά και μόνο που με δέχτηκαν, πήγα και άκουσα 55 πιανίστες απ’ όλον τον κόσμο, ήταν τρομερή εμπειρία για μένα. Μου άνοιξε πολλές πόρτες, κατάλαβα πολλά πράγματα. Είχα πάει εκεί με το φίλο μου τον Αντώνη Ανισέγκο, γιατί, πριν φύγει στο Βερολίνο, κάναμε πολλή παρέα όταν ήταν μικρούλης κι αυτός, είκοσι χρονών. Κι αυτός με τον τρόπο του με βοήθησε πολύ, ήταν καλή αφορμή για ν’ ασχοληθώ με τη τζαζ. Ήταν ένας εκπληκτικός πιανίστας και κλασικός και τζαζίστας. Μετά, βέβαια, ασχολήθηκε με τη free jazz περισσότερο κι έφυγε στο Βερολίνο. Μ΄ αυτόν λοιπόν είχαμε πάει στο Παρίσι στο διαγωνισμό του Martial Solal και θυμάμαι έπαιξε το All the things you are σε 7άρι. Μου είχε κάνει εντύπωση τότε… πώς το έπαιξε σε μονούς ρυθμούς. Γενικά όλη αυτή η εμπειρία με το Παρίσι ήτανε φοβερή.
Συναυλίες με τζαζίστες από το εξωτερικό γίνονταν στη Θεσσαλονίκη;
Είχα ακούσει σ’ ένα φεστιβάλ τον Jack De Johnette που ήταν ο μεγάλος ντράμερ του Keith Jarret. Έπαιξε ένα σετ μόνο τύμπανα κι ένα σετ σόλο πιάνο. Είχα πάθει σοκ τότε, πώς ένας τόσο μεγάλος ντράμερ παίζει τόσο καλά πιάνο. Είχα ακούσει επίσης τον Chick Corea, το μεγάλο αυτό πιανίστα στο Θέατρο Δάσους. Αυτές ήταν οι δύο μεγάλες συναυλίες. Μετά, βέβαια, πήγα και στο Παρίσι τα επόμενα χρόνια, μετά το διαγωνισμό του Martial Solal. Πήγα στο Παρίσι και άκουσα το Herbie Hancock ζωντανά και τον Petrucciani. Αυτές οι δύο συναυλίες ήταν σοκαριστικές! Έκανα δυο μήνες να ξαναπαίξω πιάνο. Διότι άκουσα το Herbie Hancock ζωντανά και δεν πίστευα αυτό που γινόταν στη σκηνή. Ήταν συγκλονιστικό.
Στην Αθήνα συνέβαινε κάτι περισσότερο σε σχέση με τη τζαζ;
Όταν ήμουν 19-20 χρονών δεν είχα ιδέα για το τι συνέβαινε στην Αθήνα. Υπήρχαν εξαιρετικοί μουσικοί όπως ο πιανίστας Μάρκος Αλεξίου, ο ντράμερ Γιώργος Τρανταλίδης, ο πιανίστας Παντελής Μπενετάτος. Τον τελευταίο τον άκουσα στο Τήνελλα (σσ. μουσική σκηνή της Θεσσαλονίκης), την πρώτη μου δουλειά, και μου κέρδισε το ενδιαφέρον. Δούλευα τότε συνέχεια τα βράδια, 6-7 μέρες την εβδομάδα και δεν είχα χρόνο για να γνωρίσω τη τζαζ σκηνή της Αθήνας. Κι εκείνοι σπάνια έρχονταν στη Θεσσαλονίκη για συναυλίες. Είχε πέσει στα χέρια μου το μικρό πράσινο βιβλίο για τη τζαζ (όπως το λέγαμε τότε) του Μάρκου Αλεξίου, αλλά δεν είχα καταλάβει πολλά από αυτά που διάβασα. Στην Αθήνα υπήρχε ένα μεγάλο Ωδείο του Νάκα που είχε σχολή για τζαζ πιάνο. Υπήρχε σχολή τζαζ γενικά πολύ καλή. Κατεβήκαμε για σεμινάρια με τον Κουβίδη το ντράμερ, ο οποίος σκοτώθηκε σε τροχαίο, με τον Χάρη Καπετανάκη… νομίζω το 1993 ή το 1995. Πήρα μια υποτροφία που φυσικά δεν ήταν τέτοια που να μπορούσα να πάω στις ΗΠΑ για σπουδές. Είχε γίνει ένα δεκαήμερο σεμινάριο με το Ray Santisi. Συμπτωματικά ήταν ο πρώτος δάσκαλος του μαθητή μου, του Νίκου Αναδολή ο οποίος αργότερα πήγε στο Berklee με υποτροφία. Δεν κατάλαβα και πάρα πολλά πράγματα από εκείνο το σεμινάριο, αλλά ο Ray Santisi κάτι είδε σε μένα, και μου ’δωσε αυτήν την υποτροφία. Είναι χαρακτηριστικό ότι πήρα τη μοναδική υποτροφία που δόθηκε σε πιανίστα τότε. Και ήταν ένα δεύτερο hint για μένα, ένα σημάδι ότι είμαι σε καλό δρόμο. Το άλλο ήταν ο διαγωνισμός που ανέφερα πριν. Γιατί στην ουσία, ήμουν αυτοδίδακτος. Φαίνεται ότι ο τρόπος που λειτουργούσα τόσα χρόνια, με το ένστικτο, με το αυτί και με τα λίγα βιβλία, είχε πιάσει τόπο. Αυτά τα δύο λοιπόν ήταν πολύ σημαδιακά γεγονότα: η υποτροφία του Ray Santisi για το Berklee College of Music και ο διαγωνισμός του Μartial Solal.
Όμως δεν πήγες στο Berklee...
Δεν πήγα γιατί τότε πήρα 5.000 δολάρια υποτροφία και για να πάω στο Berklee ήθελα άλλα 15.000 δολάρια. Εγώ τότε δούλευα για να μπορέσω να πληρώνω τα ωδεία και τα έξοδά μου, γιατί ήμασταν πολύ φτωχή οικογένεια, οπότε δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα. Αγόραζα βιβλία και τα ’μαθα εδώ.
Τι είναι
για σένα η μουσική;
Πλέον το πιάνο έχει γίνει ένα μ’ εμένα, δεν μπορώ να το ξεχωρίσω. Από τα δέκα μου μέχρι τώρα, 45 χρόνια δηλαδή, κάνω μόνο αυτό.
Άρα λοιπόν να συνοψίσουμε τα σημαντικά γεγονότα: ήταν η γνωριμία μου με τον Κωνσταντινίδη το Γιώργο, η γνωριμία μου με τη Βίκυ Αλμαζίδου και το Misty, η γνωριμία μου με τον Bill Evans με το βινύλιο που δε μου άρεσε στην αρχή και το Beautiful Love. Μετά το σεμινάριο όπου πήρα την υποτροφία για το Berklee και ο διαγωνισμός του Martial Solal, όπου έγινα δεκτός.
Έχεις παίξει πάρα πολλά είδη μουσικής. Πώς νιώθεις γι’ αυτό;
Είναι αυτό που λέω και στους μαθητές μου: εάν έχεις παίξει τζαζ κι έχεις καταλάβει καλά τη τζαζ νοοτροπία, μπορείς να παίξεις όλα τα είδη μ’ αυτή τη νοοτροπία και αυτό είναι το μαγικό. Υπάρχουν τραγούδια που τα παίζω κάθε φορά διαφορετικά, γιατί αλλιώς θα είχα πεθάνει από τη βαρεμάρα. Ακόμα και αν μου αρέσουν τα τραγούδια αυτά, αν τα παίζεις τριάντα χρόνια, κάποια στιγμή τα βαριέσαι. Νομίζω ότι η τζαζ είναι η υψηλότερη μορφή τέχνης που μπορείς να κάνεις στη μουσική. Μετά από 35 συν χρόνια είμαι βέβαιος γι’ αυτό.
No comments:
Post a Comment